Οι Power Rangers είναι, για πολλούς από εμάς, οι ήρωες της παιδικής μας ηλικίας. Παίζουν δυνατά εδώ όμως ή μήπως θα αποδειχθούν ανίσχυροι απέναντι στον ανταγωνισμό;
Εισαγωγικά
Μιλώντας προσωπικά, ο γράφων είναι από αυτούς που λάτρεψαν τους Power Rangers όταν αρχικά ξεκίνησαν να προβάλλονται στην ελληνική τηλεόραση. Συγκαταλέγονταν ανάμεσα στις αγαπημένες μου παιδικές σειρές και ήταν η μόνη σειρά που παρακολουθούσα ευλαβικά χωρίς να έχει μέσα ίχνος από κινούμενα σχέδια.
Αναπολώντας, αντιλαμβάνομαι το γιατί μου άρεσε τόσο πολύ. Περιείχε όλα τα στοιχεία που ζητούσε ένα αγόρι! Από πολεμικές τέχνες και μαγεία, μέχρι γιγάντια τέρατα και μάχες με σούπερ ρομπότ-δεινόσαυρους, η σειρά συνδύαζε στοιχεία από τα καλύτερα κινούμενα σχέδια της εποχής της και ήταν επίσης τέρμα «μέταλ».
Από το αξέχαστο εισαγωγικό theme και τις ασταμάτητες πενιές τις στιγμές της δράσης, μέχρι τα τεράστια ρομπότ που ξεπρόβαλαν από τα έγκατα της γης κάνοντας τη γη να σείεται, φωτιές να ξεπηδάνε παντού, τα πάντα να καταστρέφονται και τη μουσική να δυναμώνει, οι Power Rangers κυριολεκτικά πυροδοτούσαν τη φαντασία στο μέγιστο.
Παρόλο που οι μεταγενέστερες εξελίξεις τους δεν κατάφεραν να προκαλέσουν τις ίδιες συγκινήσεις, η αγάπη για τη σειρά παραμένει. Το Power Rangers – Battle for the Grid είναι ένα tag-team παιχνίδι ξύλου που προσπαθεί να ξεχωρίσει ανάμεσα στους άλλους διεκδικητές του στέμματος των fighting games.
Το ξεκίνημα του έγινε σχεδόν ενάμιση χρόνο πριν, αλλά ο τελευταίος χαρακτήρας της τέταρτης σεζόν είναι στα πρόθυρα της κυκλοφορίας. Μιας και η μοχθηρή Rita Repulsa είναι προ των πυλών λοιπόν, είναι ώρα να δούμε αν το παιχνίδι έχει μέσα του τη δύναμη ή αν το κερί του θα σβήσει άδοξα.
I have the power!
Αν θα έπρεπε να περιγράψουμε υπεραπλουστευμένα τον τρόπο με τον οποίο παίζεται το Battle for the Grid θα λέγαμε «Marvel vs. Capcom Infinite + Dragon Ball FighterZ».
Ακούγεται περίεργο;
Το παιχνίδι διαθέτει tag-team μάχες όπου επιλέγετε τρεις χαρακτήρες. Οι ανενεργοί χαρακτήρες σας είναι διαθέσιμοι για assist attacks με το πάτημα ενός πλήκτρου, ενώ μπορείτε να κάνετε tag-out για να συνεχίσετε ένα θεαματικό combo ή για να «σώσετε» ένα χαρακτήρα που έχει φάει φάπες. Όσο ένας χαρακτήρας είναι «στον πάγκο», γεμίζει το μπλε μέρος της υγείας του ώστε να συνεχίσει τη μάχη όποτε τον χρειαστείτε.
Όπως και στο DBFZ, οι κινήσεις των χαρακτήρων δεν απαιτούν συνδυασμούς κατευθύνσεων στο μοχλό (μπρος-κάτω-διαγώνια κάτω και μπρος-μπουνιά για Dragon Punch π.χ.). Αντίθετα, όλες οι κινήσεις εκτελούνται με απλές κατευθύνσεις σε συνδυασμό με το πάτημα ενός από τα τέσσερα βασικά πλήκτρα του χειριστηρίου.
Όλο το παιχνίδι λοιπόν παίζεται με το σωστό timing και τη γνώση της εμβέλειας και των ιδιοτήτων της κάθε κίνησής σας, αλλά και του εχθρού. Οι μύστες του Smash Bros. γνωρίζουν πολύ καλά τη λογική «κινήσεις απλές στην εκτέλεση, αλλά με βάθος στην κατανόηση» και αυτή είναι μια βασική αρχή του Battle for the Grid.
Κατά τα άλλα, το παιχνίδι και οι μηχανισμοί του θυμίζουν MvC:I, με μια σειρά χαρακτήρων από όλες τις γενιές των Power Rangers. Καθένας έχει το δικό του, ξεχωριστό playstyle και μείναμε ιδιαίτερα ενθουσιασμένοι από τις διαφορετικές φιλοσοφίες πίσω από το moveset κάθε χαρακτήρα, αφού η πληθώρα επιλογών σημαίνει πληθώρα από playstyles και δυνητικούς συνδυασμούς!
Εξαίρεση αποτελούν οι Ryu και Chun-Li, οι οποίοι διαθέτουν το δικό τους ρεπερτόριο κινήσεων και παίζουν ακριβώς όπως στο Street Fighter V.
We need Megazord Power!
Πέρα όμως από τα βασικά της μάχης, στο Battle for the Grid υπάρχουν μερικοί επιπλέον παράγοντες που θα πρέπει να έχετε υπόψιν.
Κατ’ αρχάς υπάρχει η super μπάρα, που γεμίζει όσο χτυπάτε τον εχθρό σας. Είναι χωρισμένη σε τρία επίπεδα και μπορείτε να χρησιμοποιήσετε το ένα για να κάνετε μια EX attack, η οποία συνήθως είναι ένα super combo. Αν θυσιάσετε δύο επίπεδα, τότε μπορείτε να εξαπολύσετε τη super attack του χαρακτήρα σας για να κάνετε τρομερή ζημιά στο θύμα σας. Ανάλογα με το χαρακτήρα και το playstyle σας, σύντομα θα βρείτε τι σας βολεύει καλύτερα και πώς να αξιοποιείτε τη super bar σας έξυπνα και στρατηγικά.
Κι ύστερα υπάρχει η Megazord bar κάτω από τη μπάρα υγείας του χαρακτήρα σας. Αυτή γεμίζει όσο δέχεστε χτυπήματα κι επίσης χωρίζεται σε τρία κομμάτια. Η χρήση του Megazord (το οποίο επιλέγετε μετά την τριάδα των χαρακτήρων σας) έχει σκοπό να γυρίσει το παιχνίδι προς όφελός σας αν τα έχετε βρει «μπαστούνια» στη διάρκεια της μάχης.
Με ένα κομμάτι της μπάρας μπορείτε να κάνετε μια αντεπίθεση ενώ με δύο ή τρία, ενεργοποιείτε το Megazord assist. Όσο διαρκεί το assist, το γιγάντιο ρομπότ σας θα κάνει επίθεση κάθε φορά που κάνετε εσείς επίθεση με ένα από τα τρία βασικά πλήκτρα.
Αν επιλέξετε σοφά τις επιθέσεις του Megazord, μπορείτε πράγματι να γυρίσετε τη μάχη προς όφελός σας, αλλά η παρουσία του δεν είναι πανάκεια. Πριν την κάθε επίθεση του Megazord η ειδοποίηση DANGER!! εμφανίζεται στην οθόνη, οπότε ο αντίπαλος μπορεί να αμυνθεί σ το επερχόμενο χτύπημα. Θα πρέπει λοιπόν να παίξετε mind games με τον αντίπαλό σας για να τον αφήσετε εκτεθειμένο στα καταστροφικά χτυπήματα της πολεμικής μηχανής σας!
Στην πράξη, θεωρώ πως πρόκειται για φανταστικά υλοποιημένους μηχανισμούς που προσφέρουν μεγάλη ευελιξία στη μάχη χωρίς να «σπάνε» το παιχνίδι.
The modes – online και off
Το παιχνίδι προσφέρει αρκετούς τρόπους να παίξετε, από το κλασικό Arcade Mode όπου πολεμάτε μια σειρά από ομάδες εχθρών μέχρι την τελική αναμέτρηση με τον Lord Drakkon, ως το ενδελεχές Tutorial που θα σας διδάξει όσα χρειάζεται να ξέρετε πριν ριχτείτε στη μάχη.
Δε μπορεί να λείπει φυσικά ένα Versus mode για να παίξετε σφαλιάρες με το κοντινότερο θύμ… εεε… φίλο που μπορείτε να βρείτε!
Το Story mode προσφέρει μια ολοκαίνουρια πλοκή που στην ουσία αποτελεί το υπόβαθρο για την παρουσία τόσο πολλών Rangers από τόσες διαφορετικές χρονικές περιόδους. Είναι αρκετά καλοφτιαγμένο, με όμορφα cinematics που χρησιμοποιούν ένα comic-book look κι ένα σενάριο που θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελεί τη βάση για μια πολύ καλή ταινία (αντίθετα με τη μετριότητα του 2017).
Θα σας σύστηνα να ασχοληθείτε με τα offline modes πριν βουτήξετε στο online, γιατί η CPU θα σας πιέσει να μάθετε να παίζετε και να χρησιμοποιείτε σωστά τις κινήσεις σας. Παίζοντας online, βρήκα τους αντιπάλους ιδιαίτερα αναιμικούς σε σχέση με τη CPU και τους «σάπισα» στο ξύλο με αρκετή ευκολία. Μπορεί βέβαια να έτυχε, αλλά όταν ένας Lv.0 ρεζιλεύει έναν παίκτη Lv.178 με το ένα χέρι δεμένο, τότε αντιλαμβάνεστε πως τα Offline modes με έκαναν πολύ σκληρό για να πεθάνω!
Το online mode διαθέτει επίσης εποχιακά «επεισόδια» στα οποία οι συμμετέχοντες μπορούν να κερδίσουν μοναδικά banners για το online προφίλ τους.
Τέλος, υπάρχουν δύο πάρα πολύ σημαντικοί παράγοντες που πρέπει να υπογραμμιστούν σχετικά με το online mode.
- Πρώτον: Το παιχνίδι υποστηρίζει cross-play, οπότε δε θα χρειαστεί να ψάξετε και πολύ για να βρείτε ένα ματσάκι.
- Δεύτερον και σημαντικότερον: Rollback netcode. Η αλήθεια είναι ότι δεν ήξερα πόσο σημαντικό ρόλο παίζει, ούτε καν ότι υπήρχε στο Battle for the Grid. Είχα ακούσει διάφορα στο internet σχετικά με το rollback netcode, αλλά όταν σε κάθε online match η εμπειρία ήταν ουσιαστικά πανομοιότυπη με το offline mode, αναγκάστηκα να ψάξω να δω τι ακριβώς συμβαίνει.
Έτσι ανακάλυψα την ύπαρξή του και πραγματικά δεν υπάρχει γυρισμός. Μην αποδέχεστε κανένα συμβιβασμό και κανένα υποκατάστατο. Το rollback netcode θα πρέπει να είναι το δεδομένο σε οποιοδήποτε ανταγωνιστικό online παιχνίδι που απαιτεί ακρίβεια και, το κυριότερο, απαιτεί να πληρώσετε τα μαλλιά της κεφαλής σας σε DLC.
Μιας και το αναφέραμε…
DLC
Δυστυχώς, τη σήμερον ημέρα δε νοείται fighting game δίχως μια σωρεία από πακέτα για επιπλέον περιεχόμενο, το κόστος των οποίων αθροίζεται με την αρχική τιμή του.
Ευτυχώς στην περίπτωση αυτή δεν έχουμε να κάνουμε με καρκινικές πρακτικές «αρμέγματος». Αντίθετα, η nWay φαίνεται να σέβεται εσάς και το πορτοφόλι σας.
Το Battle for the Grid λοιπόν στοιχίζει 20€ στη βασική του εκδοχή, η οποία περιέχει αρκετούς χαρακτήρες από μόνη της. Διαθέτει μεν αρκετά DLC, τα οποία μπορείτε να παρακάμψετε σχεδόν εξολοκλήρου δε, απλά αγοράζοντας τη Super Edition. Η τιμή της Super Edition ανέρχεται σε 50€ και σας παρέχει πρόσβαση στα πάντα όλα, εκτός από τους τρεις νέους χαρακτήρες της Season 4.
Κάπου εδώ να αναφέρω πως στάθηκα αρκετά τυχερός, καθώς η nWay με τίμησε με ένα ψηφιακό κωδικό για όλο το περιεχόμενο και, έχοντας δοκιμάσει το παιχνίδι, πρέπει να παραδεχθώ ότι είναι τίμια η τιμολόγησή του. Ακόμη κι αν παραλείψετε τη Season 4, με τη Super Edition αποκτάτε μια πληρέστατη έκδοση του παιχνιδιού με μπόλικους χαρακτήρες αλλά και τους δύο cross-over πρωταγωνιστές της σειράς Street Fighter, οι οποίοι διαθέτουν και μοναδικά storylines αν παίξετε σε arcade mode!
Αισθητική και οπτικοακουστικός τομέας
Τα γραφικά του παιχνιδιού ακολουθούν μια ρεαλιστική προσέγγιση, όπως το προαναφερθέν Marvel vs. Capcom: Infinite. Η διαφορά είναι ότι εδώ η προσέγγιση ταιριάζει γάντι, αφού οι Power Rangers ήταν εξαρχής live-action σειρά.
Για το λόγο αυτό καλό θα είναι να μην περιμένετε βέβαια εκτυφλωτικά εφέ επιπέδου DragonBall FighterZ. Οι Power Rangers άλλωστε δεν είχαν ποτέ signature moves (όπως Kamehameha και τα συναφή), οπότε οι περισσότεροι χαρακτήρες έχουν super moves που ταιριάζουν περισσότερο με την ιστορία τους, παρά κάτι εκτυφλωτικό. Παρόλα αυτά, τα εφέ της μάχης είναι πολύ δυνατά με τις κλασικές σπίθες και τους καπνούς να γεμίζουν πυροτεχνήματα την οθόνη μετά από κάθε χτύπημα.
Όλη η αίσθηση που αφήνει η δράση είναι εκπληκτική, ενώ η γενικότερη εικόνα του παιχνιδιού είναι άρτια, με το framerate να παραμένει καρφωμένο στα 60 καρέ ανά δευτερόλεπτο (πολύ βασικό), με τη μόνη πτώση να παρατηρήθηκε κατά τη διάρκεια του σύντομου cutscene πριν τη super attack της Poisandra.
Αυτό βέβαια δεν επηρεάζει καθόλου το gameplay, αλλά το αναφέρουμε για λόγους πληρότητας.
Το artwork που κοσμεί την οθόνη του τίτλου είναι απλά εκπληκτικό, ενώ τα comic-style σχέδια που θα δείτε στα μενού είναι εξίσου ποιοτικά. Από την άλλη, το artwork του Story mode θα το έλεγα συγκριτικά φτωχό και, το χειρότερο, τα σχέδια των χαρακτήρων που βλέπουμε δίχως κράνος δε θυμίζουν ούτε στο ελάχιστο τους πρωταγωνιστές που θυμόμαστε.
Πράγμα εγκληματικό αν αναλογιστούμε πως οι ίδιοι βετεράνοι ηθοποιοί δίνουν το παρών για να δώσουν για άλλη μια φορά φωνή στους αγαπημένους ήρωες.
Πριν ξεκινήσει το παιχνίδι πήρε το μάτι μου το λογότυπο της Unity Engine και μ’ έλουσε κρύος ιδρώτας όσο υπολόγιζα τις εκπτώσεις στην ποιότητα που θα αντίκρυζα σε σχέση με τις άλλες κονσόλες. Ευτυχώς, το Battle for the Grid ανταποκρίνεται θεαματικά στις προσδοκίες. Μερικά «εξελιγμένα» εφέ φωτισμού όπως bloom lighting απουσιάζουν, αλλά αυτό έχει ως αποτέλεσμα πεντακάθαρα γραφικά οπότε δε θα λέγαμε πως είναι καμιά σοβαρή απώλεια.
Οι αετομάτηδες ανάμεσά σας θα εντοπίσουν μερικά χαμηλής ποιότητας textures στα παρασκήνια και κάποιοι ίσως ενοχληθούν από την απουσία anti-aliasing. Αυτά εμείς θα τα λέγαμε πταίσματα, αφού λίγο επηρεάζουν την αισθητική του τίτλου.
Ο ήχος και η μουσική συμπληρώνουν άψογα το παζλ, με το κλασικό theme να δίνει δυναμικά το παρών και τις άγριες κιθάρες να συμπληρώνουν μελωδικά και δραματικά την κάθε αναμέτρηση.
Για να το πω με ορολογία της σειράς, όσον αφορά το presentation το Battle for the Grid κρίνεται… Morphinomenal!
Power Rangers – Battle for the Grid: Είναι τελικά η δύναμη μαζί του;
Αν θα έπρεπε να απαντήσουμε με μία και μόνο λέξη, τότε θα λέγαμε:
ΝΑΙ!
Σίγουρα υπάρχουν κάποια στοιχεία που θα θέλαμε να δούμε, οπως επιπλέον offline modes (survival και time attack για αρχή) και κάποια επιλογή για να μπορούμε να μονομαχήσουμε με Megazords όπως στο θαυμάσιο Power Rangers: The Fighting του SNES. Ακόμα καλύτερα, θα μπορούσε να υπάρχει σαν bonus περιεχόμενο μέσα στο παιχνίδι! Θα μπορούσαν επίσης να υπάρχουν περισσότερες και πιο διαδραστικές αρένες για μεγαλύτερη ποικιλία σε περιβάλλοντα.
Ένα άλλο πρόβλημα που εντόπισα ήταν μερικά σποραδικά crashes στο arcade mode, όποτε έπαιζα με την Poisandra στην ομάδα, αλλά φαίνεται πως το πρόβλημα έκτοτε διορθώθηκε. Δεν έτυχε να συναντήσω τέτοιο περιστατικό σε online μάχη, οπότε το νου σας.
Τέλος, πρέπει να σημειωθεί πως πριν από κάθε μάχη το παιχνίδι φορτώνει περίπου 20-25 δευτερόλεπτα. Είναι αρκετά σοβαρό χρονικό διάστημα για αναμονή, αλλά στο μεταξύ παίζει το κλασικό theme στο παρασκήνιο, οπότε δεν είναι κάτι που σταμάτησε την αδρεναλίνη σε καμία περίπτωση.
Όλα αυτά βέβαια μπορεί κανείς να πει πως είναι απλά περιφερειακά και επουσιώδη. Η ουσία είναι στο ξυλίκι κι εκεί είναι που το Battle for the Grid τα καταφέρνει περίφημα. Είναι από τις ελάχιστες φορές που ένα review αργεί γιατί δε μπορούσα να ξεκολλήσω το χειριστήριο από τα χέρια μου για να καθίσω να γράψω όποτε έβρισκα χρόνο. Έχω να περάσω τόσο χρόνο καρφωμένος σε πολυθρόνα λόγω fighting game από τον καιρό του Killer Instinct (2017).
Εφόσον κατάφερε να με κάνει να «ξεσκουριάσω» τα μαχητικά μου αντανακλαστικά και να ριχτώ ξανά στη μάχη, παρότι μαθουσάλας του gaming, τότε θα έλεγα πως αξίζει. Το καλύτερο είναι πως απόλαυσα την κάθε στιγμή, είτε κέρδιζα είτε έχανα γιατί από τη διαδικασία μάθαινα.
Αποκτήστε το δίχως δεύτερη σκέψη αν είστε λάτρεις των fighting games ή των ομώνυμων σούπερ ηρώων. Και τώρα με συγχωρείτε, αλλά πρέπει να ρίξω μερικές ακόμη καρπαζιές. Τα λέμε online!
- Κονσόλα: Nintendo Switch
- Είδος: Fighting
- Εκδότης: nWay
- Εταιρεία Ανάπτυξης: nWay
- Διάθεση: Ψηφιακή από το Nintendo eShop
- Παίχτες: 1-2
- Online στοιχεία: Online matchmaking, Cross-play, Cloud Saves, Voice Chat
- Δείτε εδώ την πολιτική βαθμολογίας μας
- Ο κωδικός της παρουσίασης είναι μια ευγενική προσφορά της nWay