Ένας πλανήτης γεμάτος δαιμονολάτρες, ένα επικίνδυνο τεχνούργημα που απειλεί το ηλιακό του σύστημα. Όταν σταματάει η λογική, είναι η ώρα να μιλήσει το Boltgun!
Η πλοκή
Πολλά θα μπορούσαμε να γράψουμε για την ιστορία του σύμπαντος του Warhammer 40.000 αλλά θα γεμίζαμε βιβλία ολόκληρα και δεν είναι αυτός ο σκοπός αυτού του review.
Πάμε λοιπόν στα απαραίτητα:
Το Boltgun είναι το sequel του (cult classic για κάποιο λόγο) Warhammer 40,000: Space Marine. Η περιπέτεια διαδραματίζεται για άλλη μια φορά στον πλανήτη Graia, ένα βιομηχανοποιημένο πλανήτη που ήταν εστία εισβολής από Ork και δυνάμεις του Χάους πολλά χρόνια πριν.
Το άγγιγμα του Χάους όμως ποτέ δεν αφήνει κάτι άσπιλο οπότε εσείς, στο ρόλο του Malum Caedo, Βετεράνου του τάγματος των Ultramarines, είστε στις διαταγές μιας Ανώτερης Ιεροεξεταστού. Η Ιερά Εξέταση παρακολουθεί τον πλανήτη από τον καιρό της προηγούμενης εισβολής και όλα δείχνουν ήσυχα.
Πρόσφατα όμως, ανιχνεύτηκαν ανησυχητικές ενδείξεις στο τριγύρω ηλιακό σύστημα. Την ίδια ώρα, υπάρχουν υποψίες πως ένα κομμάτι των μηχανικών του πλανήτη πειραματίζεται με μια απαγορευμένη πηγή ενέργειας. Στόχος σας είναι να ερευνήσετε «ιδίοις όμμασι» την κατάσταση στον πλανήτη και να βεβαιωθείτε πως όλα βαίνουν καλώς, ιδίως σε τοποθεσίες που παρουσιάζουν «σποραδικές» μόνο επικοινωνίες.
Κατά την κάθοδό σας στην επιφάνεια, μοχθηρές επιρροές οδηγούν την άκατο που επιβαίνετε στη συντριβή, οπότε είναι εμφανές πως η κηλίδα του Χάους μολύνει ακόμα τον πλανήτη.
Το Boomer Shooter των ονείρων μας
Τα τελευταία χρόνια πολλά έχουν ακουστεί για τον όρο “boomer shooter”, κυρίως από ανθρώπους που δεν ξέρουν ούτε τι είναι boomer αλλά ούτε και first-person shooter των 90s.
Ας τον ξεκαθαρίσουμε όμως αυτόν τον όρο:
Πρόκειται για τα κλασικά FPS που διέθεταν περίπλοκους χάρτες γεμάτους μυστικά, απαιτούσαν εξερεύνηση αλλά και αστραπιαία αντανακλαστικά μαζί με γνώση του τι όπλο είναι το κατάλληλο εργαλείο για να αντιμετωπίσετε τις ορδές των εχθρών που σας περιμένουν. Φυσικά το gunplay, η υψηλή κινητικότητα αλλά και η άριστη αντίληψη του χώρου ήταν απαιτούμενα για να μη βρεθείτε σε μορφή κιμά στο μενού κάπου δαίμονα.
Όλα αυτά, με lo-fi γραφικά (είτε low-poly, είτε sprite-based αλλά πάντα πιξελιασμένα) και ροκάδικη μουσική για ανεβασμένη αδρεναλίνη!
Η απάντηση (πέρα απο το αισθητικό κομμάτι) είναι ένα ξεκάθαρο όχι.
Στην πραγματικότητα περισσότερο φέρνει προς το DOOM του 2016 όσον αφορά τη φιλοσοφία και το γενικότερο σχεδιασμό. Είναι κακό αυτό; Φυσικά και όχι! Το DOOM ήταν ένα εκπληκτικό παιχνίδι (αν θέλετε τη γνώμη μου, πολύ καλύτερο από το sequel DOOM Eternal) που εκμοντέρνισε το κλασικό FPS και το έκανε πιο εύγευστο στο κοινό του σήμερα.
Αυτό σημαίνει ότι οι πίστες του Boltgun χωρίζονται σε αρένες και συνδετικές περιοχές οι οποίες σας καθοδηγούν από το σημείο Α στο Β χωρίς πολύ κόπο – δεν αποτελεί έκπληξη ότι το παιχνίδι δε διαθέτει καν χάρτη. Σε κάθε συνδετική περιοχή συνήθως υπάρχουν ενδιαφέρουσες προκλήσεις και μηχανισμοί, είτε έχουν να κάνουν με platforming είτε με εξερεύνηση, ενώ συχνά θα χρειαστεί να βρείτε κλειδιά για να προχωρήσετε.
Κάθε τόσο όμως, το παιχνίδι θα σας «κλειδώνει» σε ένα δωμάτιο με εντολή την «κάθαρση» οπότε θα πρέπει να ξεπαστρέψετε τις ορδές των εχθρών που θα δείτε να τηλεμεταφέρονται γύρω σας σε κύματα.
Πύρινη λαίλαπα
Από τη μία, όλο αυτό ακούγεται μονότονο και βαρετό. Θα ήταν, αν ο ρυθμός του παιχνιδιού δεν ήταν γενικότερα ταχύτατος και αν το gunplay δεν ήταν απολαυστικό!
Ο βετεράνος που ελέγχουμε όχι μόνο είναι ένας γενετικά βελτιωμένος υπεράνθρωπος, αλλά είναι και αρματωμένος με μια τρομερή θωράκιση που ενισχύει ακόμα περισσότερο τις ικανότητές του. Αυτό μεταφράζεται σε ένα ρυθμό κίνησης που είναι ταχύτερος από το μέσο FPS, ενώ εννοείται πως μπορείτε να τρέξετε ακόμη πιο γρήγορα και δίχως περιορισμό από stamina bar!
Ο χειρισμός είναι το τυπικό dual-stick control αλλά να πούμε ότι, όσοι θέλετε gyro aiming, θα μείνετε απογοητευμένοι. Πέρα από αυτό όμως, όλα λειτουργούν θαυμάσια. Μπορείτε να κάνετε άλματα, να πιαστείτε από άκρες ενώ με το πάτημα ενός πλήκτρου μπορείτε να κάνετε μια εφόρμηση τσαλαπατώντας καθετί πιο μικρό από τον τρίμετρο γίγαντα που ελέγχετε. Οτιδήποτε μεγαλύτερο απλά θα το παραμερίσετε ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ένας σωστός Άγγελος του Θανάτου δεν είναι οπλισμένος μόνο με το ιερό Boltgun αλλά και με ένα Chainsword.
Καλά καταλάβατε:
Το καλύτερο; Υπάρχει ένα πλήκτρο που δεν έχει καμία άλλη χρήση πέρα από το το “taunt”. Να ξεστομίζετε δηλαδή λόγια που θα προετοιμάσουν τους εχθρούς σας κατάλληλα για τα επόμενα (και τελευταία) δευτερόλεπτα της ζωής τους!
Μιας και τους αναφέραμε, να πούμε πως οι εχθροί έχουν αρκετά καλή ποικιλία, με καθένα να αντιστοιχεί σε ένα από τα αρχέτυπα που έθεσε το πρώτο DOOM το 1993. Από δαιμονολάτρεις οπλισμένους με οτιδήποτε μπορούσαν να βρουν, Horrors και screamers του Tzeentch που θα επιχειρήσουν να σας φάνε, μέχρι Nurglings και Plague Toads που φτύνουν μιαρή βλέννα.
Φυσικά δε γίνεται να λείπουν οι αποστάτες Chaos Marines, Terminators αλλά και φοβεροί Ανώτεροι Δαίμονες που θα κάνουν τα πάντα για να σας θυσιάσουν στις ανόσιες θεότητές τους.
Ένας ξένος πλανήτης όμως είναι γεμάτος και με φρικαλέες εξωγήινες μορφές ζωής που δεν κοιτάνε με καλό μάτι (μάτια;) τους παρείσακτους στις φωλιές τους!
Οι ευλογίες του Omnissiah
Όπως είναι αναμενόμενο, ο Θεός-Αυτοκράτορας δεν αφήνει τους Αγγέλους του Θανάτου χωρίς τα κατάλληλα εργαλεία για το θεάρεστο έργο τους.
Ξεκινάμε από την υπεράνθρωπη αντοχή του Malum Caedo, που μεταφράζεται σε μια αρκετά μεγάλη ποσότητα υγείας που με τη σειρά της, όπως σε όλα τα καλά FPS (τα Turok φερ’ ειπείν), μπορείτε να αυξήσετε ως τα 200!
Ο κλασικός μηχανισμός του armor ακολουθεί το δόγμα των Space Marines:
My armor is Contempt.
My sword is Hatred.
Αυτό σημαίνει ότι, όσο στέλνετε δαίμονες στον αγύριστο κερδίζετε Contempt power-ups – θωράκιση δηλαδή. Και όσο έχετε θωράκιση η υγεία σας δεν πρόκειται να κινδυνέψει, οπότε μη διστάσετε να ξαποστείλετε τις μοχθηρές οντότητες από κει που ήρθαν.
Φυσικά, το μεγάλο ξεπάστρεμα απαιτεί όπλα και η Αυτοκρατορία της Ανθρωπότητας, αν μη τι άλλο, έχει κατασκευάσει κάθε είδους φονικά κειμήλια. Για αρχή έχουμε τα κλασικά:
Κι ύστερα υπάρχουν τα πιο… εξωτικά όπλα όπως το Melta Gun (όνομα και πράμα), αλλά και κειμήλια Αρχαιο-Τεχνολογίας, όπως το Volkite Caliver ή το φοβερό Grav-Gun που μπορούν να ισοπεδώσουν κάθε εχθρό της ανθρωπότητας. Τέλος, οι χειροβομβίδες κάνουν κομματάκια ακόμη και τα πιο τρομερά πλάσματα.
Όλα τους είναι απολαυστικά στη χρήση και κάνουν τη δράση απλά… χορταστική!
Ένας μηχανισμός, που πρέπει να αναφέρουμε, είναι το toughness. Η ζωή κάθε εχθρού στο πάνω μέρος της οθόνης έχει έναν αριθμό – το ίδιο και κάθε όπλο σας. Αν ο εχθρός έχει μεγαλύτερο toughness από το όπλο που έχετε στα χέρια σας, τότε, θα κάνετε λιγότερη ζημιά.
Η ματιά ενός Βετεράνου
Ο οπτικός τομέας του Boltgun είναι… ανάμικτος.
Όπως είπαμε, το παιχνίδι στοχεύει να αναπαράγει το look των παιχνιδιών της δεκαετίας του ’90 με low-poly περιβάλλοντα που θυμίζουν Quake II και sprites για τους εχθρούς. Το αποτέλεσμα είναι ιδιαίτερα ικανοποιητικό και σ’αυτό βοηθάει πολύ η δυνατή καλλιτεχνική διεύθυνση του τίτλου.
Η γοτθική αρχιτεκτονική με τα ευρύχωρα, κολοσσιαία περιβάλλοντα – μνημεία της δύναμη της Αυτοκρατορίας του Ανθρώπου – συνδυάζονται με το άγριο, βιομηχανικό ύφος του πλανήτη Graia σε ένα σύνολο που σας βάζει για τα καλά στο μακρινό, δυστοπικό κόσμο του Warhammer 40,000.
Πολλές φορές η επίδραση του Χάους κάνει αισθητή την παρουσία της, με φρικαλέα πρόσωπα που σας κοιτούν με μίσος από «την άλλη πλευρά», μεταλλικές επιφάνειες που είναι γεμάτες μύξα και πύον ενώ, στις χειρότερες περιπτώσεις, θα δείτε την ατόφια, αλλόκοτη ενέργεια να εισβάλλει στην πραγματικότητα με ένα εφέ που μας έφερε στο νου τα μέρη του Metroid Prime 2 όπου αντικείμενα υπήρχαν παράλληλα σε δύο πραγματικότητες.
Επίσης, να εκθειάσουμε τη φαντασία και τη δημιουργικότητα που επιδεικνύει το παιχνίδι στο σχεδιασμό κάθε αρένας. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που θα σας ζητηθεί να πολεμήσετε σε ανισόπεδο χώρο: Ανάμεσα σε χαλάσματα, σε σκαλωσιές που κρέμονται πάνω από ένα απύθμενο κενό, σε μια απέραντη βιβλιοθήκη ή μέσα σε ένα χυτήριο.
Από την άλλη βέβαια, άνετα θα μπορούσε κανείς να κριτικάρει τη μονοτονία και την έλλειψη φαντασίας. Κι είναι επόμενο αφού, στο μεγαλύτερο μέρος του παιχνιδιού, θα περιδιαβαίνετε παρόμοιους μεταλλικούς διαδρόμους και μηχανικές εγκαταστάσεις – μια κατάσταση που έφερε στο νου τα ατελείωτα γραφεία και τους πανομοιότυπους τσιμεντένιους διαδρόμους του F.E.A.R. Μερικές αλλαγές στο σκηνικό είναι αξιοσημείωτες, αλλά θα θέλαμε περισσότερα.
Όσον αφορά τις επιδόσεις, να πούμε πως το παιχνίδι τρέχει πάνω στην Unreal Engine 4. Αυτό σημαίνει πως, παρόλο το απλοϊκό στυλ των γραφικών, ξεχάστε τα 60 καρέ ανά δευτερόλεπτο και προσαρμοστείτε στα σχετικά ομαλά 30. Πολλά από τα πιο εξελιγμένα εφέ φωτισμού της PC version απουσιάζουν αλλά, δεδομένου του αναχρονιστικού ύφους, δεν επηρεάζουν ιδιαίτερα το αποτέλεσμα.
Η μελωδία της ευτυχίας;
Από τη μία, τα βαριά βήματα της πανοπλίας σας, η έκρηξη της καραμπίνας αλλά και οι εκπυρσοκροτήσεις των όπλων είναι απολαυστικές. Οι άναρθρες κραυγές των εχθρών δε βγάζουν νόημα, αλλά τουλάχιστον σας προειδοποιούν για το τι σας περιμένει πίσω από τη γωνία.
Από την άλλη, ο κρότος του Heavy Bolter (που θυμίζει ποπκορνιέρα) και ο βόμβος του Plasma Gun (ο ήχος του κεφτέ όταν πέφτει σε τηγάνι με καυτό λάδι) μας άφησαν ανικανοποίητους. Ίσως φταίει που έχουμε «φάει» πολλές ώρες παίζοντας Dawn of War II, που δίνει μαθήματα sound design, αλλά θεωρούμε αδιανόητο ένα Real-time Strategy παιχνίδι του 2009 να πετυχαίνει καλύτερα την ακουστική των όπλων από ένα FPS (όπου τα όπλα είναι στο επίκεντρο).
Η ηθοποιία είναι επίσης των δύο άκρων, με την Ιεροεξεταστή να ακούγεται όπως θα περιμέναμε αλλά με τη φωνή του Malum Caedo να είναι εκνευριστικά τσιριχτή και πλήρως αταίριαστη με τη φονική του ύπαρξη. Χάριν σύγκρισης, ακούστε εξίσου επικές ατάκες από το Dawn of War II εδώ ή εδώ για να καταλάβετε ότι, όταν τα στάνταρ είναι τόσο υψηλά δεκαετίες τώρα, θέλουμε περισσότερα.
Μιας και μιλάμε για στάνταρ, να μιλήσουμε για τη μουσική.
Είναι ότι πιο τυπικό, βαρετό και άγευστο έχουμε ακούσει από rock. Συχνά-πυκνά θα ακούτε πενιές ηλεκτρικής κιθάρας, άλλοτε μερικές synthwave συνθέσεις που θα μπορούσαν να προέρχονται από τυχαία YouTube βίντεο. Δεν υπάρχει ίχνος επικότητας ή προσωπικότητας που να λέει «τώρα παίζετε ένα power fantasy FPS στο μακρινό μέλλον όπου υπάρχει μόνο πόλεμος». Όταν ακόμα κι ένα παιχνίδι όπως το Nightmare Reaper, που δεν έχει το πλούσιο παρελθόν του σύμπαντος του Warhammer 40.000, έχει πιο ξεχωριστή και (πρωτίστως) πορωτική μουσική μόνο μια λέξη μπορεί να περιγράψει τη μουσική του Boltgun:
Warhammer 40,000: Boltgun – Με το άγγιγμα του Αυτοκράτορα ή κηλιδωμένο από το Χάος;
Για να πούμε την αλήθεια είναι ένα διαμαντάκι με αρκετά θέματα.
Ξεκινάμε με το ψωμοτύρι των “boomer shooter” που είναι τα μυστικά και τα power-up. Τα περισσότερα «μυστικά» είναι απλά μπροστά στα μάτια σας, με μερικά να κρύβονται πίσω από κρυφούς τοίχους. Πολλά αντιστοιχούν σε κλασικές συνταγές (Berserk, Quad Damage) ενώ άλλα είναι πιο ξεχωριστά…
…ή το μοναδικό Blessing of the Omnissiah που προσφέρει ειδικές αναβαθμίσεις για κάθε όπλο. Αυτό όμως, όπως και τα special Boltgun ammo, έχουν το εξής πρόβλημα: Δεν ξέρετε τι ακριβώς κάνουν γιατί το παιχνίδι δε σας λέει!
Αίσθηση προκαλεί επίσης η απουσία ενός χάρτη (κάτι που είναι δεδομένο σε όλα τα κλασικά FPS μηδενός εξαιρουμένου). Ναι, ο σχεδιασμός κάθε πίστας είναι τέτοιος που βοηθάει στην πλοήγηση, αν έχετε τα μάτια σας ανοιχτά, αλλά από την άλλη οι πίστες έχουν το ίδιο πρόβλημα με το level design του DOOM 2: Είναι υπερβολικά μεγάλες, με αποτέλεσμα να κουράζουν από ένα σημείο και μετά.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα όμως είναι οι εχθροί, οι οποίοι είτε τσαλακώνονται σαν το χαρτί είτε είναι τελείως σφουγγάρια. Ειδικά οι Ανώτεροι Δαίμονες, που θα πολεμήσετε πολλάκις στη διάρκεια του παιχνιδιού, και μερικά γιγάντια τέρατα έχουν τόση πολλή ζωή που κυριολεκτικά θα βαρεθείτε να τους πυροβολάτε. Και το χειρότερο είναι ότι πάντα έρχονται παρέα με μικρότερους εχθρούς που δε σταματάνε να τηλεμεταφέρονται.
Σε συνδυασμό με τα λιγοστά πυρομαχικά που έχετε για τα βαριά όπλα σας, έχουμε την εντύπωση ότι αυτές οι μάχες είναι έτσι απλά για να έχει το παιχνίδι ένα υποτυπώδη βαθμό δυσκολίας αφού, κατά τα άλλα, είναι αρκετά εύκολο.
Σε τελική ανάλυση όμως, παρόλα τα θέματά του, θα λέγαμε πως είναι το κορυφαίο action game στο σύμπαν του Warhammer 40,000. Είναι σαφώς καλύτερο στο θέμα της δράσης από το μονότονο Space Marine, ενώ είναι έτη φωτός μπροστά από το Fire Warrior (την προηγούμενη απόπειρα για FPS τον καιρό του PS2).
Είναι όμως διαχρονικό; Μπορεί να σταθεί στο ύψος του απέναντι σε ιστορικούς τίτλους; Η απάντηση είναι σαφώς όχι αφού δεν έχουμε όρεξη να το ξαναπαίξουμε ενώ δε διαθέτει multiplayer. Σαφώς κατώτερο του Ultimate DOOM, ενώ δε φτάνει την ατμόσφαιρα και την περιπλοκότητα του DOOM 64, ούτε έχει την προσωπικότητα του Duke Nukem 3D ή του Blood. Τίτλους που, με εξαίρεση τον τελευταίο, μπορείτε να βρείτε στο Nintendo eShop με πολύ λιγότερα χρήματα.
- Κονσόλα: Nintendo Switch
- Είδος: First-Person Shooter
- Εκδότης: Focus Home Entertainment
- Εταιρεία Ανάπτυξης: Auroch Digital
- Διάθεση: Ψηφιακή από το Nintendo eShop
- Παίχτες: 1
- Online στοιχεία: Cloud Saves
- Δείτε εδώ την πολιτική βαθμολογίας μας