Το Hindsight 20/20 είναι από αυτά τα παιχνίδια που μας συνεπήραν από τη στιγμή που το πρωτοείδαμε. Άξιζε όμως ο ενθουσιασμός;
Εισαγωγικά
Η αλήθεια είναι πως το παιχνίδι υπόσχεται πολλά. Η ομάδα ανάπτυξης αποτελείται από βετεράνους της BioWare και της Sucker Punch. Όσοι γνωρίζετε τις εταιρείες αντιλαμβάνεστε οτι με το όνομά τους συνδέονται μερικά καταπληκτικά παιχνίδια που έχουν κυκλοφορήσει σε μια σειρά από πλατφόρμες.
Τα trailer που είδαμε για το παιχνίδι μας προϊδέασαν για κάτι που, στo χαρτί τουλάχιστον, μας θύμισε λίγο το φημισμένο Fable του XBOX. Ηθικές επιλογές, ένας κόσμος με πληθυσμό που αντιδρά και ανταποκρίνεται στις επιλογές που έχετε κάνει μαζί με πολλαπλά διαφορετικά τέλη και ένα μυστηριώδη πρωταγωνιστή. Τι άλλο να ζητήσει κανείς; Είναι όμως το Hindsight 20/20 – Wrath of the Raakshasa (εφεξής απλά Hindsight) στην πραγματικότητα όπως μας το διαφήμισαν;
Πρώτες εντυπώσεις
Από την πρώτη στιγμή που ξεκινήσαμε άρχισαν να χτυπάνε τα προειδοποιητικά «καμπανάκια» μέσα στο μυαλό μας, γιατί το παιχνίδι δε μας επέτρεπε να χρησιμοποιήσουμε τη λειτουργία του Switch για λήψη στιγμιοτύπων και βίντεο. Αυτό σημαίνει οτι μπορούμε να σας δείξουμε μόνο όσες εικόνες μας έχει διαθέσει η εταιρεία και όχι πράγματα που ίσως θα θέλαμε να παρουσιάσουμε ή να εκθειάσουμε εμείς οι ίδιοι.
Επίσης, κάθε φορά που ξεκινάτε το παιχνίδι θα πρέπει να περιμένετε μέχρις ότου η εισαγωγή που σας παρουσιάζει τον «κόσμο» του παιχνιδιού να παίξει ώσπου να εμφανιστούν οι επιλογές του μενού και να μπορέσετε να ξεκινήσετε να παίζετε.
Δυστυχώς, αυτές οι εντυπώσεις είναι αρκετά αντιπροσωπευτικές όλου του παιχνιδιού, όπως θα καταλάβετε και μόνοι σας διαβάζοντας.
Πώς παίζεται λοιπόν το Hindsight;
Η αλήθεια είναι πως είναι πολύ εύκολο να το περιγράψουμε σαν παιχνίδι.
Αν ζήσατε τις εποχές του GameCube/PlayStation2, τότε σίγουρα έχετε υπόψιν σας πολλά γενόσημα παιχνίδια που προσπαθούσαν να μιμηθούν τα μεγάλα παιχνίδια της Nintendo δίχως όμως τη χάρη ή το γούστο των πρωτότυπων. Μιλάμε για παιχνίδια όπως το Legend of Kay, που υπάρχει στο Switch αλλά και στο WiiU. Παιχνίδια που δεν είναι απαραίτητα κακά, αλλά που δεν ξεχωρίζουν και καθόλου από όλο το σωρό.
Ένα τέτοιο είναι στην ουσία του και το Hindsight. Θυμίζει έντονα ένα μέτριο παιχνίδι του PS2, από τα γραφικά ως το gameplay. Προσπαθεί εις μάτην να αντιγράψει ιδέες και μηχανισμούς από άλλα, καλύτερα παιχνίδια όπως το προαναφερθέν Fable, τα Zelda αλλά και τη σειρά Batman Arkham. Στην πράξη όμως όλες αυτές οι επιρροές είναι επιφανειακές και δίχως ουσιαστικό βάθος. Πάμε να το δούμε από πιο κοντά όμως:
Η πλοκή
Στην εισαγωγή ο πρωταγωνιστής μας μονολογεί για τη Champaner, τη χώρα που ζει και το θάνατο του πατέρα του από τα χέρια ενός ιππότη του βασιλιά. Μιλά για την αναχώρησή του από τη γενέτειρά του, αλλά και για τη μαγική μάστιγα που μεταλλάσσει τους ανθρώπους σε αιμοδιψή Raakshasas.
Μαθαίνουμε επίσης για τους θεούς που του έδωσαν μια δεύτερη ευκαιρία να γυρίσει και να διορθώσει τα πράγματα. Ακούγεται συναρπαστικό, αλλά δυστυχώς είναι έτσι μόνο στη θεωρία αφού ο τίτλος ποτέ δεν καταπιάνεται με την ανάπτυξη της κοσμολογίας, τουλάχιστον όχι με τρόπο που να κεντρίζει το ενδιαφέρον.
Θα γίνουμε λίγο ισοπεδωτικοί και θα πούμε πως είναι εμφανές ότι υπήρχε κάποιου είδους προκατάληψη από τη συγγραφική ομάδα. Μην πιστεύετε τα όσα γράφονται στη σελίδα του παιχνιδιού στο eShop περί ηθικών αποχρώσεων του γκρι. Από την αρχή θα αντιληφθείτε οτι, ηθικά, υπάρχει η σωστή και η λάθος απόφαση κάθε στιγμή και ο γνώμονας είναι πάντα ένας.
White man bad.
Πραγματικά δε μας αρέσει να γινόμαστε τόσο αφαιρετικοί, αλλά όταν έτσι είναι το ίδιο το παιχνίδι, τότε γιατί όχι κι εμείς; Μέσα στο παιχνίδι λοιπόν, όλοι οι «κακοί» είναι παρεξηγημένοι και για όλα φταίει ο καταπιεστής λευκός βασιλιάς με τους λευκούς στρατιώτες του που καταπιέζει όλους τους έγχρωμους Ινδούς, αλλά και τους Raakshasas. Spoilers παρεμπιπτόντως. Φυσικά, όλοι οι λευκοί στρατιώτες διαθέτουν ανεξαιρέτως κόκκινα μάτια, ενώ οι υπόλοιποι άνθρωποι έχουν φυσιολογικά χαρακτηριστικά.
Σα να μην έφταναν όλα αυτά, οι διάλογοι που θα συναντήσετε στο παιχνίδι συναγωνίζονται το Necrobarista στην έλλειψη ουσίας και κάνουν το Persona 5 Strikers να φαντάζει συγγραφικό αριστούργημα. Ειλικρινά βαρεθήκαμε να διαβάζουμε για traditions και values και honour και thank you….
Ακόμη κι αυτά όμως θα μπορούσαμε να τα παραβλέψουμε αν ήταν εθιστικό σαν παιχνίδι, όπως το πρόσφατο Dreamscaper φερ’ ειπείν.
Οι μηχανισμοί του Gameplay
Ας πιάσουμε αρχικά το στοιχείο που διαφημίζεται περισσότερο στο παιχνίδι: Τις ηθικές επιλογές.
Όντως, σας δίνεται η δυνατότητα να κατασφάξετε τους πάντες και τα πάντα με το σπαθί σας, ή να τους τσακίσετε τα παΐδια με ένα ηλεκτροφόρο ρόπαλο. Εμείς επιλέξαμε να ακολουθήσουμε την τακτική Batman, οπότε δε σκοτώσαμε κανέναν.
Η αλήθεια είναι πως το μετανιώσαμε που ακολουθήσαμε την «φιλειρηνική» μέθοδο, γιατί μετά από σχεδόν κάθε μάχη έπρεπε να διαβάζουμε τα (unskippable) «μπράβο» των εχθρών μας. Καταλήξαμε στο συμπέρασμα πως θα ήταν καλύτερα να τους είχαμε ξεκάνει όλους, μόνο και μόνο για να γλιτώσουμε το πρήξιμο!
Φυσικά, όσο ακολουθείτε τις πατροπαράδοτες παραδόσεις, η πόλη σας θα αρχίσει (υποτιθέμενα) να μοιάζει περισσότερο με πόλη.
Για να λέμε βέβαια και του στραβού το δίκιο όντως αλλάζουν πράγματα και, αν σκοτώσετε ή αφήσετε ζωντανούς συγκεκριμένους χαρακτήρες, θα αλλάξει ελαφρώς η ροή της ιστορίας. Σίγουρα όμως δεν είναι και τίποτα συγκλονιστικές επιλογές που θα σας βάλουν να σκεφτείτε τον αντίκτυπο των πράξεών σας, κυρίως γιατί ο κόσμος και οι κάτοικοι είναι παντελώς αδιάφοροι.
Βία και μανία
Το σύστημα μάχης έρχεται δανεικό από τα Batman: Arkham, αλλά θα το λέγαμε υπεραπλουστευμένο. Μπορείτε να κάνετε επιθέσεις σπρώχνοντας το stick προς την κατεύθυνση ενός εχθρού και ο μονόχειρας Jehan (μην είμαστε και ableists, ε;) θα χιμήξει προς τα εκεί.
Δεν υπάρχει τρόπος να αμυνθείτε, παρά μόνο να κάνετε dash για να διαφύγετε, ενώ το combo meter πάει ως τα 6. Η διαφορά εδώ είναι οτι σε κάθε χτύπημα πρέπει να αλλάζετε στόχο, αλλιώς το combo μηδενίζεται. Στο έκτο χτύπημα, ο ήρωάς μας κάνει μια σαρωτική επίθεση που ποικίλει ανάλογα με το όπλο που χρησιμοποιείτε.
Όσο πολεμάτε με ένα συγκεκριμένο όπλο, τότε ξεκλειδώνετε σταδιακά επιπλέον μαγικές επιθέσεις που απαιτούν mana, ή Shakti όπως το λέει το παιχνίδι. Αυτές κάνουν λίγο πιο πικάντικη τη μάχη, αλλά ποτέ δεν υπήρξε η αίσθηση οτι υπάρχει κάποιο βάθος ή κρυμμένες τεχνικές για τους γνώστες που θα κάνουν τη μάχη πιο ενδιαφέρουσα.
Τα πράγματα γίνονται λίγο πιο ενοχλητικά ενάντια στα bosses, οπότε πάντα υπάρχει η αίσθηση οτι όλοι οι μηχανισμοί θα μπορούσαν να δουλεύουν και καλύτερα. Ως έχει, το σύστημα μάχης απλά υπάρχει και λειτουργεί αλλά δεν ικανοποιεί κιόλας, οπότε πιστεύουμε πως παιχνίδια σαν το Captain America στο Wii είχαν πιο καλή ενσωμάτωση της ίδιας ιδέας.
Εξερεύνηση
Θα ήταν καλά αν υπήρχε λόγος για κάτι τέτοιο, αλλά στην πραγματικότητα τέτοιες δυνατότητες είναι ελάχιστες. Η πόλη της Champaner (μα όνομα είναι αυτό;) είναι άδεια και δεν προσφέρει κανένα προαιρετικό περιεχόμενο πέρα από κάτι πεταμένα φυλλάδια που μπορείτε να μαζέψετε. Αυτά μπορούν να προσφέρουν ματιές στο παρασκήνιο του κόσμου όπου διαδραματίζεται το παιχνίδι, αλλά είναι εξίσου αδιάφορα με όλο το υπόλοιπο κείμενο.
Μάλιστα, ο σχεδιασμός του κόσμου μας σόκαρε με την προχειρότητά του. Το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να πάτε στις πράσινες κουκκίδες για να αναλάβετε μια αποστολή. Μπορεί π.χ. να χρειαστεί να μπείτε σε μια μικρή εκκλησία στην παραγκούπολη για να σώσετε ορφανά. Μέσα όμως, η εκκλησία είναι σαν ένα στερεοτυπικό dungeon, που όχι μόνο δε θυμίζει εκκλησία, αλλά είναι και 100 φορές πιο μεγάλο απ’ όσο έδειχνε έξω. Σαν κάποιος να το σχεδίασε και εκ των υστέρων απλά μπήκε ένας NPC, λίγο flavor text και μερικά props στην πόλη για να υπάρχει μια δικαιολογία να πάτε στο προκάτ dungeon.
Το αποτέλεσμα είναι να υπάρχει διάχυτη η αίσθηση οτι όλα στον κόσμο είναι ασύνδετα μεταξύ τους. Σαν κάποιος να μη μπορεί να συμπληρώσει σωστά ένα παζλ, οπότε παίρνει κομμάτια και απλά τα κολλάει με LOGO στιγμής όπως του καπνίσει σε ένα αντιαισθητικό κολάζ.
Dungeon Design
Ακόμη κι έτσι όμως, δε μπορούμε να πούμε πως τα dungeons επιδεικνύουν κάποια ιδιαιτερότητα στο σχεδιασμό ή την αισθητική. Όλα διαθέτουν πολύ βασικά puzzles όπου καλείστε απλά να σπρώξετε χρωματιστά μπλοκ και να ξεκλειδώσετε πολύχρωμες κλειδωμένες πόρτες.
Το πρόβλημα είναι πως όλη η σχεδιαστική φιλοσοφία των dungeons είναι η εξής:
- Στην είσοδο υπάρχει κόκκινη κλειδωμένη πόρτα.
- Στα μισά του dungeon θα βρείτε το κόκκινο κλειδί και μια πράσινη πόρτα.
- Θα πρέπει να γυρίσετε στην κόκκινη πόρτα περπατώντας γιατί μέσα έχει το πράσινο κλειδί.
- Θα ανοίξετε την πράσινη πόρτα και από πίσω έχει μια μπλε πόρτα και άλλο μισό dungeon.
Η όλη διαδικασία της εξερεύνησης των dungeons είναι πληκτική σε σημείο εγκληματικό. Δεν υπάρχει κανένα ίχνος ευρηματικότητας στις προκλήσεις που σας επιφυλάσσουν αλλά ούτε και στην αισθητική τους.
Οπτικός Τομέας/Ήχος
Το παιχνίδι στο Switch δείχνει σαν ένα οποιοδήποτε low-effort παιχνίδι της εποχής του PS2/GC. Για κάποιο λόγο μας θύμισε το SpongeBob Squarepants: Battle for Bikini Bottom στο GameCube…
Τα γραφικά είναι απλοϊκά και η κάμερα είναι εντελώς χειροκίνητη. Θα πρέπει λοιπόν συνεχώς να έχετε το ένα δάχτυλο στο δεξί stick για να μπορείτε να βλέπετε πού πηγαίνετε και από πού σας επιτίθενται.
Όπως αντιλαμβάνεστε, στη Switch έκδοση απουσιάζουν πλήρως τα «εξελιγμένα» εφέ όπως καλύτερος φωτισμός, motion blur και ambient occlusion.
Βέβαια, σε τελικά ανάλυση, όλα αυτά δεν είναι οτι αλλάζουν και πολύ τη γενικότερη εικόνα. Το θετικό είναι πως η απλοϊκότητα των γραφικών σημαίνει πως μπορείτε να δείτε πολύ μακριά και οτι το Hindsight τρέχει μόνιμα στα 60 καρέ ανά δευτερόλεπτο.
Στα του ήχου, δε μπορούμε να πούμε κάτι το ιδιαίτερο. Κάνει τη δουλειά του αλλά δεν ξεχωρίζει σε κάτι ιδιαίτερο ούτε όσον αφορά τις μουσικές συνθέσεις, ούτε στα ηχητικά εφέ.
Hindsight 20/20 – Στερνή μου γνώση, να σ’ είχα πρώτα
Δυστυχώς, δε μπορούμε να πούμε πως απολαύσαμε το Hindsight 20/20. Τουναντίον. Μάλιστα χαρήκαμε ιδιαίτερα όταν, μετά από περίπου 3 ώρες, είδαμε πως φτάσαμε ήδη στο 50%! Και ναι μεν υπάρχουν 10 διαφορετικά τέλη που μπορείτε να απολαύσετε, το ερώτημα όμως είναι:
Για εμάς, μία φορά μέσα στα κατα-πληκτικά dungeons και τους αναιμικούς διαλόγους ήταν αρκετή και διαγράψαμε το παιχνίδι από την SD κάρτα μας αμέσως μετά τον τερματισμό.
Όσο για το θέμα τιμής προς απόδοση: Από τη μία, στοιχίζει μόλις 12,60€ στο eShop. Από την άλλη, η τιμή του ανταποκρίνεται στην ποιότητα που προσφέρει, καθώς είναι επίσης στο ένα πέμπτο της αντίστοιχης ποιότητας ενός τίτλου από τη Nintendo που στοιχίζει 60€.
Πρόκειται για ένα μέτριο παιχνίδι από όλες τις απόψεις. Κάθε του πτυχή απλά λειτουργεί οριακά, χωρίς να καταρρεύσει. Από την άλλη, δεν προσφέρει κάτι το ιδιαίτερο, ούτε καν κάποιο πραγματικά κακό στοιχείο για να γελάσουμε μαζί του. Είναι τόσο συναρπαστικό όσο ένα πιάτο πουρέ πατάτας, αλλά τουλάχιστον μας έκανε να εκτιμήσουμε περισσότερο το Darksiders.
Αγοράζετε με δική σας ευθύνη.
- Κονσόλα: Nintendo Switch
- Είδος: 3D Action/Adventure
- Εκδότης: Triple-I Games
- Εταιρεία Ανάπτυξης: Triple-I Games
- Διάθεση: Ψηφιακή από το Nintendo eShop
- Παίχτες: 1
- Online στοιχεία: Cloud Saves
- Δείτε εδώ την πολιτική βαθμολογίας μας
- Ο κωδικός της παρουσίασης είναι μια ευγενική προσφορά της Triple-I Games